нехватка - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

нехватка - translation to πορτογαλικά

СТРАНИЦА ЗНАЧЕНИЙ В ПРОЕКТЕ ВИКИМЕДИА
Нехватка; Недостаток

нехватка      
falta (f), carência (f)
falta de      
нехватка
carência de medicamentos      
нехватка лекарств

Ορισμός

нехватка
ж. разг.
Недостаток, недочет чего-л.

Βικιπαίδεια

Дефицит

Дефици́т (лат. deficit «недостаёт», deficio «нищать, беднеть») — недостача; недостаточность чего-либо.

Антоним понятия профицит.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για нехватка
1. Главной проблемой нынешнего кризиса является не нехватка ликвидности, а нехватка доверия, считает Николаев.
2. Правда, жалуются они, мешает полной реализации проекта нехватка помещений, необученность персонала, а также банальная нехватка денег.
3. А это нехватка налогов и как следствие нехватка денег на пенсии, социальные программы, построение дешевого жилья.
4. Эта нехватка - ограничитель экономического роста.
5. Реальная проблема компании - нехватка специалистов.